Του Ν.Ξυδάκη
Θυμός-λύπη, απάθεια-κατάπληξη, αγωνία-παραίτηση, μανία-κατάθλιψη, όλα τα δίπολα περιγράφουν την παρούσα Ελλάδα. Κυρίως κατάπληξη και παγωνιά, κατάπληκτος μετεωρισμός. Σαν να έχει πέσει βόμβα ψυχοτρονίων και ζούμε διεσταλμένα το απειροελάχιστο διάστημα ανάμεσα στη λάμψη και την έκρηξη: το βλέμμα μας συλλαμβάνει αισθητικά την ωραία λάμψη κλάσματα δευτερολέπτου πριν μας τυφλώσει, πριν ακούσουμε τον κρότο, πριν η έκρηξη μάς σαρώσει.
Σε αυτό το dt ξετυλίγεται ο πρότερος βίος, ο έκλυτος και αμέριμνος βίος ο δανεικός, και μαζί προεικονίζονται θραύσματα από τον βίο εφεξής, εικόνες παρόντος, εικόνες μέλλοντος. Παρελθόν, παρόν και μέλλον μαζί, κράμα: Γιατί το θέμα είναι τι κάνουμε τώρα.
Είπαμε, λέμε από καιρό, ότι το πολιτικό σύστημα έχει γκρεμιστεί, ότι ο λαός το ανέχθηκε και το υπέμεινε, το ψήφιζε, και συχνά συναλλάχθηκε μαζί του σε αναδιανομές δανεικού ή κλοπιμαίου πλούτου, σε διαδικασία αμοιβαίας εξαχρείωσης. Από φούσκα σε φούσκα και από αναβολή σε αναβολή, φορτώνοντας τα βάρη στις μέλλουσες γενεές, ρημάζοντας τη γη, τα ποτάμια, τις θάλασσες και τους οικισμούς, το ήθος της κοινότητας και τις συλλογικές συμπεριφορές.
Το ‘χουμε πει από καιρό, σαν ψυχανέμισμα κραδασμών και φόβων, σαν σύλληψη της αγωνίας που διέτρεχε το κοινωνικό σώμα, ακόμη και σε στιγμές κραιπάλης. Τα λέγαμε τον καιρό της μέθης του εκσυγχρονισμού που έμεινε μισερός και μίζερος, ιδεοληπτικός και πτωχαλαζών, και βούλιαξε εντέλει στα θολόνερα του χρηματιστηρίου («οι αγορές μάς ψηφίζουν!») και της ολυμπιακής φενάκης. Το λέγαμε πάνω στα αποκαϊδια των πυρκαγιών του θέρους ’07: η δύσθυμη μεταδημοκρατία πρηζόταν και ξεχείλιζε με σκάνδαλα ηλίθιων και ανήθικων. Δεν σταματήσαμε λεπτό ν’ ακούμε την τρομερή βοή των πλησιαζόντων· δυστοπικά οράματα τρύπωναν στα πληκτρολόγια, μελαγχολία στοίχειωνε τις οθόνες. Ημασταν πληκτικοί, προβλέψιμες κασσάνδρες.
Ο σκοτεινός Δεκέμβρης ‘08 ήταν ο πιο φανερός σπασμός. Κι όμως ελάχιστοι έστερξαν να τον αφουγκραστούν, να ερμηνεύσουν τις φλόγες των δεκαεξάρηδων, την ηλεκτρική εκκένωση του “Νo Future”. Είπαν ότι δεν σημαίνει τίποτε, ότι καλά βαδίζουμε και χωρίς δεκαεξάρηδες, χωρίς ανυπάκουους εφήβους, ότι η λύση είναι περισσότερη τάξη, περισσότερα δάνεια, με άλλο υπουργό θα είμαστε καλύτερα.
Ηρθαν οι άλλοι υπουργοί. Οι παλιοί βυθίστηκαν στην καταφρόνια. (Και παρ’ όλ’ αυτά κυκλοφορούν αντρόπιαστοι, πάνε στην ταβέρνα, ίσως και να ΄χουν σιγουρέψει τις καταθέσεις τους έξω.) Οι καινούργιοι εξελέγησαν θριαμβευτικά από τον λαό, με σύνθημα “τα λεφτά υπάρχουν”: αυτό το τελευταίο ψέμα ο λαός ήθελε απεγνωσμένα να το πιστέψει. Ο πρωθυπουργός έφερε αμέσως αρχιτέκτονες, έταξε πράσινη αντάπτυξη, μοίρασε μπλάκμπερι. Δυο-τρεις μήνες αργότερα, μιλούσε για κερδοσκόπους και Τιτανικούς, για απώλεια της εθνικής κυριαρχίας. Προχθές μίλησε για Ιθάκη, κάπου στο απώτερο μέλλον. Θα μιλάει κι αύριο και μεθαύριο, θα εκφωνεί κείμενα άδεια, άψαχνα λόγια. Κανείς δεν ακούει πια.
«Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε. / Καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ. / Μικροζημίες και μικροκέρδη συμψηφίζοντας. / Το θέμα είναι τώρα τι λες» (Μαν. Αναγνωστάκης, Στόχος 1970).
Τώρα τι λες… Τις λες εσύ, μαστροπέ λαέ, πιερότε αφηγητή, θύμα και θύτη. Ο κρότος της βόμβας έφτασε, δες τα ερείπια, κι ετοιμάσου να σηκωθείς μέσα στον κουρνιαχτό. Σήκω, άκου τον Νικία τι λέει στους αποκαρδιωμένους, ηττημένους Αθηναίους στη Σικελία: «ἄνδρες γὰρ πόλις, καὶ οὐ τείχη οὐδὲ νῆες ἀνδρῶν κεναί». Οι άνθρωποι είναι η χώρα, η πόλις, η δημοκρατία, η κοινότητα. Οι άνδρες ελεύθεροι, όχι ανδράποδα, παρίες και δούλοι. Εχει τέτοιους άνδρες και γυναίκες η Ελλάδα σήμερα, η Ελλάδα μετά την αποπληξία και την πτώση;
Εχει. Οι καλύτεροι Ελληνες δεν έχουν μιλήσει ακόμη. Εμειναν σιωπηλοί για πολύ καιρό, παραμερίστηκαν από τους ανάξιους, τσαλαπατήθηκαν από τους αριβίστες και τους χαμερπείς, πικράθηκαν κι αποσύρθηκαν. Τώρα αλληλοαναγνωρίζονται από κοινά σημάδια: ποιος αγωνιά, ποιος νοιάζεται, ποιος είναι έτοιμος να δράσει κι όχι να σιχτιρίσει, ποιος είναι ετοιμοπόλεμος. Νέες ιδέες, νέα πρόσωπα, νέες και αναβαπτισμένες συλλογικότητες, ρήξεις με τους αγύρτες και τους ριψάσπιδες.
Είμαστε υπερμοντέρνοι, στο έδαφός μας δοκιμάζονται σχήματα του μέλλοντος, δυστοπίες και ουτοπίες, η αυτονομία και η ετερονομία. Η Ελλάδα τούτη τη στιγμή ζει την έκρηξη της υπερνεωτερικότητας, την τήξη του παλιού κόσμου. Η μοίρα το ‘φερε, δυο φορές σε δύο χρόνια, η Ελλάδα να εικονίζει το μέλλον: τον χειμώνα του ’08 και την άνοιξη του ’10. Για καλό και για κακό, είμαστε υπόδειγμα μετασχηματισμών. Είμαστε εικόνα από το μέλλον.
http://vlemma.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου